Ελευθεροτυπία - 19/06/2010
Έντυπη Έκδοση
Ελευθεροτυπία, Σάββατο 19 Ιουνίου 2010
Κρούγκμαν: Αστήρικτη αριθμητικά η πολιτική της λιτότητας
«Τεράστιο λάθος» που αυξάνει μέρα με τη μέρα τις πιθανότητες παρατεταμένης ύφεσης, θεωρεί ο νομπελίστας οικονομολόγος Πολ Κρούγκμαν την εμμονή σε πολιτικές λιτότητας, που «ουδόλως αποτυπώνουν δημοσιονομικό ρεαλισμό», αντίθετα, ιδίως στην περίπτωση της Γερμανίας, έχουν ιδεολογικά και πολιτικά κίνητρα.
Με μια αιχμηρή φράση που δεν επιδέχεται καμία παρερμηνεία αρχίζει το τακτικό άρθρο του στους «Νιου Γιορκ Τάιμς» ο Πολ Κρούγκμαν: «Αίφνης, η δημιουργία θέσεων εργασίας είναι out και η πρόκληση πόνου in». Εχει γίνει παγκόσμια «μόδα», λέει, η καταδίκη των ελλειμμάτων και η άρνηση παροχής βοήθειας στις χειμαζόμενες οικονομίες. Υπάρχει όμως κάτι που να εξηγεί αυτή τη στάση; Με αμιγώς οικονομικά στοιχεία, ο Κρούγκμαν θεωρεί πως όχι.
Το τέλος της «Βαϊμάρης»
«Οι υπέρμαχοι της λιτότητας που αυτοπροβάλλονται ως ρεαλιστές δεν μπορούν και δεν θα δικαιολογήσουν τη στάση τους με νούμερα -γιατί τα νούμερα δεν υποστηρίζουν αυτή τη θέση. Ούτε μπορούν να ισχυριστούν ότι οι αγορές είναι αυτές που ζητούν λιτότητα».
Πάρτε το παράδειγμα της Γερμανίας, που είναι πάντα σε θέση να δανείζεται με χαμηλότατα επιτόκια. Τότε τι είναι αυτό που την ωθεί να εξακολουθεί να υιοθετεί προγράμματα αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας, ξεχνώντας το ιστορικό παράδειγμα του καγκελαρίου Χάινριχ Μπρίνιχ (1930-1932), που με την εμμονή του στην «οικονομική ορθοδοξία», λέει ο Κρούγκμαν, σφράγισε την καταδίκη της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης;
Η πολιτική της σημερινής Γερμανίας συνδέεται με την ηθική -καθώς θεωρεί ότι δεν είναι ηθικό μία χώρα να έχει έλλειμμα- αλλά και την πρόθεση επίδειξης ισχύος, εκτιμά ο Κρούγκμαν. Το χειρότερο όμως είναι ότι, προκειμένου να αποδείξουν τη δύναμή τους, οι Γερμανοί «επιβάλλουν βάσανα».
Σε ό,τι αφορά την περίπτωση των ΗΠΑ, εκεί «οι αυτόκλητοι ιέρακες του ελλείμματος είναι απλά υποκριτές». Σπεύδουν να πετσοκόψουν τα επιδόματα στους αναξιοπαθούντες, αλλά οι ανησυχίες τους εξαφανίζονται ως διά μαγείας όταν μπαίνει στο τραπέζι συζήτηση για αύξηση της φορολογίας στους ευημερούντες. Τάδε έφη Κρούγκμαν επισημαίνοντας ταυτόχρονα ότι αναζωπυρώνονται οι μνήμες του 1937, όταν η ομοσπονδιακή Γερμανία, σε μια πρώιμη προσπάθεια να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό της, ξαναβύθισε μια αναρρωνύουσα οικονομία σε βαθιά ύφεση.