Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία - 21/11/2010
Έντυπη Έκδοση
Επτά, Κυριακή 21 Νοεμβρίου 2010
Στην Αθήνα του ,50
Η Ρίτα, ο Βάκης, η Ασημίνα, ο Αττίλας, η κυρα-Βάσω, η ξινή νεόπλουτη συμπεθέρα, η Ιφιγένεια.
Η εκταφή της γιαγιάς, τα κουτσομπολιά από τις υπηρέτριες, οι κοινωνικές προκαταλήψεις, οι ζωές των φτωχών δίπλα στους πλούσιους, τα παλιά παιδικά παιχνίδια, οι αυλές των σπιτιών, τα αρχοντικά απέναντι στα χαμόσπιτα. Ολα αυτά στο «Φρες Ετή», στον Λόφο του Στρέφη στην Αθήνα των αρχών της δεκαετίας του '50, έτσι όπως τα ζωντανεύει η αναπόληση του Αντώνη Ρόμπου, νευρολόγου, ψυχιάτρου, καθηγητή Νευρολογίας στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. «Το τάμα», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Οδός Πανός», είναι το δεύτερο συγγραφικό του πόνημα. Προηγήθηκε το 2007 η ποιητική συλλογή με τίτλο «Συναισθησία» από τις ίδιες εκδόσεις.
Βασικός καμβάς του μυθιστορήματος είναι η αλλόκοτη ιστορία της Ρίτας και του Βάκη. Εκείνη νέα, όμορφη, πλην φτωχή, που ο ταπεινός μισθός της ως ταξιθέτριας συντηρεί μια 5μελή οικογένεια. Εκείνος αρρενωπός, καλοαναθρεμμένος και καλοσπουδασμένος, απολαμβάνει έτοιμα αγαθά και ψυχές, έτοιμες από καιρό να παραδοθούν...
Την ίδια νύχτα του θανάτου του πατέρα της Ρίτας, οι δυο τους θα κλεφτούν και θα φύγουν στα βουνά για να παντρευτούν μυστικά σ' ένα μοναστήρι. Τον Βάκη δεν τον οδηγεί ο έρωτας στο απονενοημένο. Είναι η περιουσία μιας πλούσιας θείας που θα περάσει στα χέρια του μόλις αποκτήσει οικογένεια. Αλλά η Ρίτα, σιωπηλή και αδιάφορη, έχει κάνει ένα τάμα, στον θεό ή στο διάβολο - δεν θα το μάθουμε ποτέ. Ετσι οι δυο νέοι οδηγούνται στο γάμο παρά τις σθεναρές αντιδράσεις της φαντασμένης μητέρας του γαμπρού. Και μετά έρχεται το ατύχημα και οι ζωές όλων ανατρέπονται.
Τα πρόσωπα είναι υπαρκτά στη ζωή του Α. Ρόμπου και η υπόθεση αντλεί από το θάνατο ενός ζευγαριού στα Μέγαρα πριν από χρόνια. Κατά τη συγγραφική διαδικασία, τα ονόματα και μερικά γεγονότα άλλαξαν. Πρωταγωνιστικό ρόλο έχει η γειτόνισσα, η κυρα-Βάσω, που, ως κορυφαία του χορού, αναγγέλλει, κρίνει, προβλέπει. «Υπάρχει μια μεταφυσική διάσταση στο κείμενο με στοιχεία, τολμώ να πω, αρχαίας τραγωδίας. Μεγαλώνοντας κουβαλάμε την αύρα εκείνης της εποχής», λέει ο συγγραφέας. «Την αίσθηση που μας άφηναν όσα ακούγαμε ή κρυφακούγαμε: Ο έρωτας, το απαγορευμένο, η αμφιβολία, ο φόβος».
«Το τάμα» είναι γραμμένο σε μια γλώσσα... εξωκοσμική, οι διάλογοι αλλά και το ύφος του συγγραφέα υπακούουν σε μια παράξενη τεχνική.
«Δεν είναι τεχνική. Ως νευρολόγος γνωρίζω ότι ο λόγος είναι ελλιπής. Δεν μπορούμε ποτέ να επικοινωνήσουμε 100%. Σ' αυτό λοιπόν το "κενό" επινοείται η τέχνη: Ο τρόπος να μιλήσεις κι ας φαντάζει συχνά αλλόκοτος. Η γλώσσα είναι εξωκοσμική γιατί όλα τα στοιχεία του βιβλίου είναι ανατρεπτικά ως προς την έκφραση αισθήματος, διήγησης, ποιητικότητας. Ο ανθρώπινος πόνος που αντικρίζω καθημερινά προσπαθώντας να τον απαλύνω, μεταφέρει και σε μένα πόνο, τροφοδοτώντας αισθήματα, οξυμένη ευαισθησία που οδηγούν στη γραφή. Αλλωστε είμαι ένας γιατρός που παρακολουθεί δωρεάν ασθενείς στο "Αιγινήτειο". Δεν είμαι γιατρός του Κολωνακίου. Ζω μια χαρά με το μισθό μου».