Έντυπη Έκδοση
Ελευθεροτυπία, Σάββατο 27 Απριλίου 2013
Η ΚΑΤΑΨΗΦΙΣΗ ΤΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΕΥΡΩΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΔΕΙΧΝΕΙ ΤΗΝ ΑΠΟΤΥΧΙΑ ΤΟΥ
Το Βατερλό του χρηματιστηρίου ρύπων
Η καταψήφιση από το Ευρωκοινοβούλιο με 630 ψήφους υπέρ του backloading, που ήταν και η πρόταση της Κομισιόν, καταδεικνύει και την αποτυχία του ΣΕΔΕ (Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών) ή αλλιώς του χρηματιστηρίου ρύπων. Ας τα πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Το Πρωτόκολλο του Κιότο προβλέπει τρεις μηχανισμούς μέσω των οποίων οι χώρες μπορούν να επιτύχουν μείωση των εκπομπών τους: εμπορία δικαιωμάτων, προγράμματα κοινής εφαρμογής και μηχανισμοί καθαρής ανάπτυξης.
Με την οδηγία 2003/87 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και την τροποποίησή της, 96/61/ΕΚ του συμβουλίου, υιοθετήθηκε το κοινοτικό σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, με στόχο την αποτελεσματικότερη εκπλήρωση των δεσμεύσεων της Ευρωπαϊκής Ενωσης (σήμερα) και των κρατών-μελών της για μείωση αυτών των αερίων. Και παράλληλα να δημιουργηθούν κίνητρα για τη βιομηχανία, να εκσυγχρονίσει τις μεθόδους παραγωγής και να συγκεντρωθούν κεφάλαια για κλιματική και κοινωνική πολιτική για τις κυβερνήσεις.
Το ΣΕΔΕ θα κάλυπτε τις πιο ρυπογόνες βιομηχανίες, τον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής και τη βαριά βιομηχανία (χάλυβα, χημικά, αλουμίνια, τσιμεντοβιομηχανία κ.ά.).
Το κόστος
Βάσει του μηχανισμού, η ρύπανση θα είχε ένα οικονομικό κόστος (τιμή άνθρακα ανά τόνο εκπομπών CO2) το οποίο θα έπρεπε να επιβαρύνει τις εταιρείες. Με άλλα λόγια προέβλεπε τη δημιουργία χρηματιστηρίου ρύπων. Μιας αγοράς δικαιωμάτων, με την οποία οι ρυπογόνες εταιρείες θα έπρεπε να αγοράζουν δικαιώματα ρύπανσης από άλλες εταιρείες - αυτό επεκτάθηκε και από μια χώρα που αγόραζε μέσω της εθνικής επιχείρησης ηλεκτρισμού από άλλη που δεν ρύπαινε ή είχε αποβιομηχάνιση και πούλαγε το μερίδιο που της αναλογούσε.
Ο σχεδιασμός του ΣΕΔΕ προέβλεπε τρεις φάσεις εφαρμογής: η πρώτη ήταν δοκιμαστική, από το 2005 έως το 2008, η δεύτερη από το 2008 έως το τέλος του 2012 και η τρίτη από το 2013 έως το 2020.
Στην τρίτη φάση (από 1ης/7/2013) του ΣΕΔΕ, όμως, προβλεπόταν μία ριζική αλλαγή στο μηχανισμό. Για τις περισσότερες βιομηχανίες (π.χ. ηλεκτροπαραγωγές) τα δωρεάν δικαιώματα καταργούνται και οι βιομηχανίες πλέον θα έπρεπε να πληρώσουν για την αγορά δικαιωμάτων για κάθε τόνο CO2 που εξέπεμπαν: τα ποσά θα πήγαιναν (σύμφωνα με τις παραινέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά 50% σε ενίσχυση των καθαρών πηγών ενέργειας και της εξοικονόμησης κατά 50% σε άλλες εθνικές πολιτικές. Οσο πιο ψηλά είναι (ήταν) η τιμή του άνθρακα στο χρηματιστήριο ρύπων «τόσο πιο πολλά τα έσοδα για τις εθνικές κυβερνήσεις».
Ομως η βιομηχανία έλαβε υπερβολικά ποσά δωρεάν δικαιωμάτων εκπομπών και μπορούσε, πλην των εταιρειών ηλεκτροπαραγωγής, να τις μεταφέρει και μετά το 2013. Οι συνέπειες ήταν δύο, σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση και τη χαμηλότερη βιομηχανική παραγωγή: καταποντίστηκε η τιμή του άνθρακα, περίπου στα 6 ευρώ ο τόνος (τέλος 2012), κάτι που απέχει αρκετά από τα 30 ευρώ τον τόνο (βάσει των υπολογισμών των εμπευστών του μηχανισμού).
Περισσευούμενα
Τα στοιχεία της επιτροπής έδειχναν ότι τα περισσευούμενα δικαιώματα το 2012 ξεπερνούσαν τα 900 εκατομμύρια τόνους και μέχρι το 2020 θα έφταναν τα 2 δισ., που σημαίνει δύο φορές περισσότερο από τις εκπομπές ολόκληρης της Γερμανίας. Μπροστά στον κίνδυνο να καταρρεύσει το σύστημα, η επιτροπή αποφάσισε να παρέμβει και να προτείνει μέτρα για την αναδιάρθρωση του μηχανισμού. Πρότεινε λοιπόν προσωρινή backloading (υπερπροσφορά) 900 εκατομμυρίων δικαιωμάτων το 2013-15 και τη μεταφορά τους στο 2019-20. Η πρόταση καταψηφίστηκε από το Ευρωκοινοβούλιο, που ψήφισε να επανεξεταστεί η πρόταση της επιτροπής. Αλιεύουμε μέρος των απόψεων για την ψήφο κατά: Εν μέσω κρίσης επιβαρύνεται με το backloading το κόστος παραγωγής των βιομηχανικών επιχειρήσεων και δημιουργεί τον άμεσο κίνδυνο να χαθούν και άλλες θέσεις εργασίας και στο τέλος να πληρώσει και το κόστος ο καταναλωτής σε μια περίοδο που η Ελλάδα έχει σχεδόν αποβιομηχανιστεί. Για ποια ρύπανση να πληρώνουμε αγοράζοντας δικαιώματα.
Η ψήφος υπέρ της πρότασης: Η καταψήφιση οδηγεί στην κατάρρευση των εσόδων του ΛΑΓΗΕ και στη διόγκωση του ελλείμματός του, που θα κληθούν να πληρώσουν τα νοικοκυριά μέσω του αυξανόμενου τέλους ΑΠΕ στα τιμολόγιά τους. Η Ελλάδα έχει επιλέξει να κατευθυνθούν στο ελλειμματικό ταμείο του ΛΑΓΗΕ, για να αποφευχθεί η κατάρρευσή του και η ελληνική αγορά ενέργειας. Τώρα θα υπάρξει απώλεια 322 εκατομμυρίων ευρώ μέχρι το 2015 λόγω της εξέλιξης στο Ευρωκοινοβούλιο. Ας πρόσεχαν όμως...